Menu

Μάνα, Μανούλα, Μαμά...

Μάνα, Μανούλα, Μαμά...

Ήταν αργά, η κούραση άρχισε σιγά-σιγά να εμφανίζεται και η υπομονή να χάνεται.. .. «κοιμήσου γλυκιά μου», ψιθύριζα στην κόρη μου, «κοιμήσου είναι αργά».
Όλα τα νανουρίσματα του κόσμου και να τραγουδούσα, τα δυο τις μάτια με κοιτούσανε γουρλωμένα, σαν να μου έλεγαν «θέλω να παίξουμε»

Μέσα στις τελευταίους στίχους του νανουρίσματος, εκεί που δεν ξέρεις τι άλλο να πεις και τι άλλο να κάνεις, μια μικρόλιγνη φιγούρα ξεπροβάλει στο δωμάτιο. Ένα χέρι με χαϊδεύει και μου ψιθυρίζει, «πήγαινε έξω να φας κάτι, θα την κοιμίσω εγώ».

Η μαμά μου, η δική μου μητέρα, ήρθε την στιγμή που πραγματικά η αντοχή μου είχε εξαντληθεί...

Ακουμπισμένη στην καναπέ, νοιώθω ξαφνικά μια γαλήνη να με κυριεύει ..μια γαλήνη που όσο και να την αναζητούσα πριν λίγα λεπτά τίποτα δεν μπορούσε να μου την προσφέρει. Τελικά, μανούλα μου, σε είχα παρεξηγημένη.

Αγαπημένη μου μητέρα περάσανε σχεδόν 4 δεκαετίες για να κάτσω μπροστά σε ένα κομπιούτερ και να σου πω όλα όσα δεν σου είχα πει και όλα όσα είχαν χαθεί μέσα στον αγώνα να με μεγαλώσεις .

Θυμάμαι πάντα την κουβέντα που έλεγες «θα γίνεις μάνα και Θα καταλάβεις». Ποια μάνα δεν την έχει πει στην κόρη της, πια κόρη δεν εκνευριζόταν όταν την άκουγε και δεν έκλεινε την συζήτηση πίσω από το χτύπημα μιας πόρτας . «Αμάν πια», απαντούσα, «θα γίνω μάνα και θα καταλάβω εγώ στο δικό μου παιδί δεν θα κάνω αυτά που μου κάνεις» .

Και όμως δεν έκανες τίποτα άλλο από το να με αγαπάς και με προσέχεις με τον δικό σου τρόπο.

Μου πρόσφερες τα πάντα, χωρίς να νοιώσω ότι τα είχα όλα.

Με συμβούλευες χωρίς να νοιώσω ότι με μάλωνες.

Πάντα με οδηγούσες στον δρόμο σου, χωρίς να νοιώθω ότι με τραβούσες.

Πάντα με αγκάλιαζες, χωρίς να νοιώθω ότι με έπνιγες.

Πάντα μου χαμογελούσες, χωρίς να νοιώθω ότι μου ζήταγες πίσω το χαμόγελο.

Και όμως τότε δεν τα έβλεπα .

Η νιότη, η εφηβεία, η δίψα για την ζωή, η λαχτάρα για το άγνωστο τα έκρυβαν καλά. Το ξεφάντωμα των 18, η απερισκεψία τον 25, με μετέτρεπαν σε ένα ξέγνοιαστο και καθόλου συμβιβασμένο κορίτσι .Όμως εσύ ήσουν εκεί, με κράταγες, χωρίς καν να το νοιώσω και μου έδινες δύναμη για κάθε μου απόφαση . Δεν μου συγχωρούσες εύκολα τα λάθη μου, όμως με έκανες να νοιώθω ότι όλα τα λάθη της ζωής, μπορεί να διορθωθούνε. Ήσουν το λιμάνι μου και η παρηγοριά μου και ας μας χώριζε μια πόρτα..Η ερμητικά κλειστή πόρτα του δωματίου μου . Εσύ ήσουν εκεί, από έξω καθισμένη σε ένα καναπέ με το πλέξιμο σου στο χέρι, να μου μιλάς και ας μην σε ακούω . Έτσι νόμιζα .

Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα του δωματίου της κόρης μου και εμφανίζεσαι εσύ, «κοιμήθηκε το πουλάκι μου» λες ψιθυριστά, «εσύ έφαγες κάτι; πήγαινε να κάνεις και ένα τσιγάρο θα κάτσω εγώ εδώ να ακούω τις μικρές»

Αχ μανούλα μου, έφτασα σχεδόν 40 , να γίνω και εγώ μάνα για να σου πω ένα τεράστιο ευχαριστώ που ήσουν για εμένα ένας βράχος στην ζωή μου. Σε ευχαριστώ γιατί αν και σε είχα παρεξηγημένη εσύ έμεινες πάντα η ίδια για εμένα γλυκιά τρυφερή και πάντα στήριγμα. Είμαι σίγουρη ότι θα είσαι πάντα κοντά μου να με προσέχεις !

Α.Μποσίου

Συνηθίζει να γράφει χωρίς τελείες κόμματα τόνους αλλά ποτέ δεν ξεχνάει τα αποσοποιητικά τα ερωτηματικά και τα θαυμαστικά ... γραφεί όπως ακριβώς μιλάει αυθόρμητα .
Περισσότερα

1 σχόλιο

  • didi13

    με συγκίνησες πολύ αλεξάκι μου...αχ αυτές οι μανούλες μας....να τις έχει ο θεός καλά!!!!!

    δημοσιεύθηκε από didi13 Σάββατο, 10 Μαΐου 2014 15:46 Σύνδεσμος σχολίου

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

επιστροφή στην κορυφή

Newsletter

Αν θέλετε να λαμβάνετε το newsletter μας κάθε εβδομάδα με νέα και προτάσεις